Περιεχόμενα


Το μεγάλο θέμα των σχηματισμού των γλωσσών που σήμερα ονομάζονται ‘ινδοευρωπαϊκές' είναι ένα ζήτημα που για 200 σχεδόν χρόνια, αποτελεί μια διαρκή εστία αντιπαραθέσεων λόγω της πολυπλοκότητας του, και του πλήθους των εθνοτήτων που αφορά.

Στο κείμενο που ακολουθεί γίνεται αναφορά σε μια εναλλακτική γλωσσολογική θεωρητική πρόταση η οποία θέτει την αναζητούμενη κοιτίδα του πολιτισμού που δημιούργησε τις γλωσσικές σχέσεις μεταξύ των επονομαζομένων ‘ινδοευρωπαϊκών γλωσσών' στις βυθισμένες περιοχές του Αιγαίου και στα χρονικά πλαίσια μεταξύ παλαιολιθικής και μεσολιθικής εποχής.

Συνοψίζοντας την θεωρητική γλωσσολογική πλευρά του θέματος, περιγράφεται ένα μοντέλο εξάπλωσης που διαφέρει ριζικά από το κοινό θεωρητικό υπόβαθρο των μέχρι τώρα επίδοξων ερμηνευτών του μεγάλου αυτού ζητήματος και τέλος γίνεται μια αναλυτικότερη αναφορά σε ένα από τα πιο σημαντικά σημεία του, που είναι η διερεύνηση των πιο διαδεδομένων από τις κοινές
λέξεις στις λεγόμενες "ινδοευρωπαϊκές" γλώσσες, αυτές δηλαδή που εκφράζουν την εξ' αίματος συγγένεια.

a_line


Οι γενικές θέσεις τις ινδοευρωπαϊκής θεωρίας και οι αρχικοί εμπνευστές της είναι στοιχεία λίγο-πολύ γνωστά σε όλους, μια και επαναλαμβάνονται με την μία ή την άλλη μορφή για δύο περίπου αιώνες. Επιγραμματικά μπορούμε να πούμε ότι υποστηρίζουν πως ένας αρχαίος προγονικός λαός εισέβαλε κατά κύματα στην Ευρώπη κατερχόμενος από τον βορά και εκτόπισε προϊστορικούς εγκατεστημένους λαούς, δημιουργώντας με την σταδιακή διάσπαση και ανάμιξη του με τους προηγούμενους πληθυσμούς, τις σημερινές ομάδες γλωσσών. Τον λαό αυτό τον έχουν ονομάσει σχηματικά ‘πρωτο-ινδοευρωπαϊκή φυλή'.

 

Πρέπει να δεχθούμε κατ' αρχάς, ότι η μεγάλη εδραίωση της ινδοευρωπαϊκής θεωρίας που επικρατεί στο διεθνές αλλά και στο ελληνικό πανεπιστημιακό κατεστημένο δεν θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα μιας τυχαίας εκτίμησης.

Η γλωσσολογικά ορθή -από ταξινομική άποψη- κατάταξη σε γλωσσικές οικογένειες των περισσοτέρων κύριων ομάδων και υποομάδων των ‘ινδοευρωπαϊκών' γλωσσών, καθώς και η προσεγμένη αληθοφάνεια και λογικοφάνεια των θεωρητικών επιχειρημάτων της, είναι στοιχεία που έχουν δώσει την εικόνα μιας συγκροτημένης και δομικά στέρεης γλωσσικής θεωρίας, καθώς οι περισσότερες από τις ομάδες αυτές κατά την άποψη του γράφοντος και υπαρκτές είναι και σε γενικές γραμμές οι γλωσσικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα μέσα στα γλωσσικά σύνορα της κάθε μιας, ερμηνεύονται
ορθολογικά.

ielanindex


Παρ' όλα αυτά και η αλήθεια και η λογική δυστυχώς απέχουν πάρα πολύ από ένα καθοριστικό για την θεωρία αυτή σημείο, το οποίο αποτελεί και την ουσιαστικότερη θεωρητική της προϋπόθεση.

Το σύνολο των υπαρκτών γλωσσικών ομάδων του παραπάνω πίνακα, ομαδοποιείται από την Ι.Ε. θεωρία, κάτω από την αμφίβολη ονομασία "Ινδοευρωπαϊκή Γλωσσική Οικογένεια", έτσι ώστε να τους προσδοθεί μια ενότητα που δεν δείχνουν να έχουν, απαιτώντας παράλληλα και μια κοινή πρόγονο των παραπάνω κυρίων ομάδων
ως μητέρα γλώσσα, από την οποία θεωρεί ότι προέκυψαν οι υπόλοιπες.

Όλα αυτά όμως συνθέτουν μια υπόθεση η οποία δεν συμβαδίζει ικανοποιητικά ούτε με υπάρχοντα υλικά ευρήματα, ούτε και με γλωσσικά φαινόμενα, κάποια από τα οποία θα αναλύσουμε στις επόμενες σελίδες.

Στην ουσία οι θεωρητικοί αυτής της άποψης στηρίζονται μόνο σε γλωσσικά ίχνη, ενώ παράλληλα ακροβατούν πάνω σε κάποια ασήμαντα για το μέγεθος του Ζητήματος αρχαιολογικά ίχνη τα οποία αυθαίρετα αποδίδουν στην ‘πρωτοϊνδοευρωπαϊκή' αυτή φυλή. Όμως κανένα από αυτά τα δύο είδη ιχνών αν και υπαρκτά, δεν παρέχει το είδος των αποδείξεων που θα φανέρωναν την συγκεκριμένη ταυτότητα, και κυρίως την προς νότο κατεύθυνση μεταναστευτικών κινήσεων του υποθετικού λαού, ώστε να ερμηνεύσουν το γλωσσικό αυτό φαινόμενο με ουσιαστικά επιχειρήματα, και να μπορέσουν έτσι να δικαιωθούν οι πολυάριθμοι επίδοξοι ερμηνευτές του.

Σημειωτέον είναι ότι όλοι οι θεωρητικοί που κατά καιρούς παρουσίασαν και από μια νέα εκδοχή της Ι.Ε. θεωρίας, είχαν όλοι στη σκέψη το ίδιο μοντέλο εξάπλωσης και την ίδια εν πολλοίς γλωσσολογική αντιμετώπιση προς το θέμα, διαφέροντας ο καθ' ένας σχεδόν αποκλειστικά ως προς την γεωγραφική θέση της κοιτίδας της προκατασκευασμένης αυτής ‘φυλής'.

3
4

Ένα από τα πρώτα πράγματα που συνειδητοποιεί κανείς όταν ασχοληθεί με το ΙΕ ζήτημα, είναι πως λόγω των πολλαπλών διαστάσεων του, είναι αδύνατο να αντιμετωπιστεί με επιστημονικό τρόπο από μεμονωμένους ερευνητές, έστω κι αν αυτοί είναι ειδικοί επιστήμονες.

Σαφή και οριστικά επιστημονικά συμπεράσματα θα μπορούσαμε να έχουμε, μόνο εάν είχε συσταθεί για την επίλυση του μια διεθνής ερευνητική ομάδα, από ανθρωπολόγους, αρχαιολόγους, γλωσσολόγους, και γεωλόγους, ο καθένας τους με διεθνή αναγνώριση. Με λίγα λόγια μια συνεργασία ουσιαστικά ανέφικτη κάτω από τις τρέχουσες διεθνείς πολιτικοοικονομικές συνθήκες ανταγωνισμού.

Γνωρίζουμε βέβαια εκ των προτέρων ότι με μια νέα θεωρητική πρόταση δεν είναι δυνατόν να υποκατασταθεί επαρκώς μια τέτοια ομάδα.

Μπορούμε παρ' όλα αυτά να προσφέρουμε μια άποψη ανεξάρτητη από σκοπιμότητες, με στόχο τα βαθύτερα αίτια της δημιουργίας του ζητήματος. Μια άποψη που θα αποτελεί κάτι παραπάνω από την προσθήκη μίας ακόμη στις τόσες έρευνες που περιστρέφονται γύρω από το γιατί δεν είναι δυνατόν να ισχύει η ινδοευρωπαϊκή θεωρία.

Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να ανακαλυφθούν τα αίτια της δημιουργίας αυτών των αινιγματικών γλωσσολογικών διασυνδέσεων, και για ξεκίνημα θεωρήσαμε την περιοχή του Αιγαίου ως την πιθανή κοιτίδα του φερομένου ως πρωτο-ινδοευρωπαϊκού λαού σε μια υπόθεση εργασίας.

Μια πολύ χρήσιμη και καθοριστική διαπίστωση προήλθε από ένα συγκριτικό πίνακα από 161 βασικές λέξεις σε 114 διαφορετικές γλώσσες (Ι.Ε. και μη) , που ο γράφων συνέταξε με κριτήριο την διαχρονικότητα τους και την πρωτογενή
τους σχέση με το αντικείμενο που εκφράζουν.

5

Η διαπίστωση που προέκυψε, ήταν ότι το μοντέλο δημιουργίας και εξάπλωσης των γλωσσικών σχέσεων όπως τίθεται στο κοινό θεωρητικό υπόβαθρο που στηρίζει την ινδοευρωπαϊκή θεωρία, δεν ομοιάζει καθόλου με τα μοντέλα εξάπλωσης που παρουσιάζουν οι κύριες ομάδες των λεγομένων Ι.Ε. γλωσσών. Θα έπρεπε συνεπώς να είχε διαμορφωθεί τελείως διαφορετικά, αφού μέσα από την διαχρονική αυτή σύγκριση, γίνεται φανερό πως οι χρόνοι που απαιτήθηκαν για την διαμόρφωση γλωσσικών φαινομένων σε άλλες ομάδες γλωσσών, δεν αντιστοιχούν καθόλου με την περίπτωση των ανάλογων ‘ινδοευρωπαϊκών', ως υποθετικών απογόνων μιας τεχνητής και πολύ αμφισβητήσιμης γλώσσας, διότι παρουσιάζουν μια ακανόνιστη και χρονικά ασύμβατη μορφή εξέλιξης όσον αφορά τις κοινές λέξεις και γραμματικές δομές.

2007 © Κώστας Σκανδάλης. Απαγορεύεται η με οποιοδήποτε μέσο αναπαραγωγή μέρους ή ολόκληρου του περιεχομένου (κείμενα - φωτογραφίες), χωρίς την έγγραφη άδεια του διαχειριστή. Κατασκευή-φιλοξενία ιστοσελίδας: TotalWeb